ухвачу - ορισμός. Τι είναι το ухвачу
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

Τι (ποιος) είναι ухвачу - ορισμός


ухвачу      
УХВАЧУ, ухвачусь, ухватишь, ухватишься. буд. вр. от ухватить
, ухватиться.
ухватить      
УХВАТ'ИТЬ, ухвачу, ухватишь, ·совер.ухватывать
).
1. кого-что. Схватив, взять, уцепить. Ухватить за руку. Ребенок ухватил мать за повод. "За усы мои седые меня с угрозой ухватил." Пушкин. "Нынче всякий норовит, как тебя за ворот ухватить." А.Островский.
2. перен., что. Уловить, понять сразу, быстро, на лету (·разг. ·фам. ). Ухватить мысль. Ухватить намек.
ухватить      
сов. перех.
см. ухватывать.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για ухвачу
1. Моя судьба в моих руках, и свою удачу я ухвачу за хвост сама.
Τι είναι ухвачу - ορισμός